Οι αριθμοι

Περιεργοι χλωμοι

ποτε τους ενας ενας

παντα μαζι

περπατουν στο γλυφοπαζαρο.


Κοιτα σειρα

και τι πυγμη

τι πειθαρχεια μοναδικη.

Κανενα λαθος

ουτε ενα παθος

μαυρη φρουρα

στρατιωτικη.


Τετοια κομματια

αρχης παλατια

εχουν κερδισει

την προσοχη.

Και οι ανταγωνιστικοι

ματιασμενοι τραβεστι

μικροι αριθμοι

κοροιδευονται χαζα.

Ολοι αλλαζουνε στα αποδυτηρια μαζι .

Ρουχα παντα διαφορετικα.


Και η λογιστικη η τεχνη του βαφια.

Ανια τοση

πως το μοιραζεις ολο το χρεος

η φυλακη εκλεισε για μας.


Η μια κοιταει αυτον τον ενα

ο αλλος τον αλλο στο τετραγωνο.

Αν λιγο αυτον εδω πειραξω

αν αυτον εδω βιασω

δεν θα με δει ποτε κανεις.


Μικρος θεος σε μια στιγμη

κοβει στο ποδι τον αριθμο.

Λιγο ψαχνει αιμα

το κατω ψεμα

να γινει φονος δεν λειπει ποντος

απο το καλτσον.


Ψοφουν τα πληθη

ειναι αγρικοι

μικρο κακαδι μικρο κακο.


Στριβει πορεια

στηλη καμια

τα ιδια μεσα καμια τελεια

μεχρι να βγουν ολα στο συν

ισορροπια.


Απο τα χρωματα να ψαχνει τα στεγνα

δυστυχως ομως αυτα

συνεχεια να σταζουν στα κενα.


Οι κιληδες τους στο δρομο

άδικες δίκες δικαιες αδικίες με το κιλο

αγνωστο γραμμα δυστυχως

στο λογιστηριου το πιεστηριο.


Λογιστης


Των αριθμων το διυλιστηριο σταζει

στου λογιστη το σφαγειο

η ποιηση του λογιστη θυλαζει

ενα σαπιο φονερο δηλητηριο

που δεν σκοτωνει ουτε πορωνει.

οσο το πίνει ο ποιητης.


Κουρεας αριθμων ο ποιητης μας λογιστης

ειναι αργα

εχει ο αμοιρος συνειδητοποιησει

ποσο μεγαλο το κακο που γαργαλα.


Ενα ηλεκτρονικο κατσαβιδι

γνωστη αρχη τον κυβερνα

κανενας κοπος σαν σε ταβερνα

μοιραστα ολα τραγουδιστα.

Αθηνα

Μικρη επανασταση ζητω

για σενα τραγουδαω

στο σωμα αποψε γιατρεια

την αδεια μου αγκαλια κοιταω.

Σιροπι των ονειρων μου

μια θερινη μου σκαλα

κατω γυαλος

της πολης μυρωδια

πεφτω στην αγκαλια σου.



Ετσι χωρις οριζοντα ακριβο

χανομαι στην ομιχλη

μοριο του καιρου μας και εγω

χαιρομαι τα δυο σου στηθη.


Μάτια αφη και μυρωδια

με σερνουνε κοντα σου

λυση μου μιγαδικη

η στεπα στη ματια σου.


Ονειρο στα βλεφαρα κρυφο

γυρνα να σε κοιταξω

μετα φυγε

διαλυσου

πως ησουν μη αποκλειστικο

ποτε δεν χωνεψα θυμησου.

Με χιλια φρουτα χρωματα

και γευσεις σου χωραφια

απογευμα λυκαβητο

μια χουφτα δεντρα και εγω

στη σκεψη μου κοιμησου.

Ασε με να ξεκουραστω και γω

χαμενος στα στενα σου

μαρμαρο εσυ πηχτο

κοριτσι αγριο θεριο

μαυρη η πατησιά σου.

Μαεστρος του συντονισμου

ανθρωπων πολλων το ουρλιαχτο

εργατης μαζι και αφεντικο

μονο εσυ φωλια μου.


Μες στη ψυχη μου μια διχτυά

κοσμημα πολεως και οχετος μαζι

μανία

τρέλα και σ’ ενα χαπι μια σιγη

μερα νυχτος μας ακριβη ταινια.

Και να σου το τελος

ομορφη

δυση της ανατολης μας

μαζι αποκαμωμενη

κοινη μας ερωμενη

πολη

Αθηνα.

Σωματικη μαχη πολιτισμων

Στη μαχη των πολιτισμων

την υστερη την ωρα

μαχη δυο μεγαλων θυληκων

το γενικο το τωρα.


Δες πως πολεμουν εδω μπροστα

του εγω μου δυο μπλε ποδια γαλανα

κουναει το ενα δεξια

το αλλο αλληθωριζει

τραβαμε καλουπια και σχοινια

η βαρκα μας γυριζει.

Πεσαν χυθηκαν αμφορεις

στη λιμνη οι ελαιωνες

πνιγηκαμε απο το κρασι

χαθηκαν λες αιωνες.

Παει και η λιμνη χαθηκε

ρωτας

μονο ξηρα μπροστα μας

με ακινδυνα και τρυπια τα πανια

αδειαζει ο ερωτας μας.

Και το τιμονι σου μικρη

κοφτο για ξυλα καφτο

πορεια ανατολικη

θα ζεις μονο σαββατο.

Μαζι με εμας εχεις πνιγει

τα βοτσαλα ειναι μυρια

δεν εχεις οξυγονο μονο ντροπη

σαν βλεπεις τα αλμυρικια.


Ο δρομος σου παραδρομος

του πληθους θα ειναι ο πονος

μη φανταστεις να τ’ αρνηθεις

της προσφυγιας ο φθονος.

Ολα εχουν προκαθοριστει

γνωστη και η πορεια

μας εχουν σκισει στα χαρτια

γιγαντια θηρια.


Οσο για το παιδακι μας εσυ

που απορει το σωμα

παρατα το μυαλο νεκρο

και εμβολιο κανε γιατρικο

να λυτρωθει το δωμα.

Επιστημης διχτυα διαλεχτα

να ψαρευτουμε αντρίκια

να κοιμηθουμε και οι υπολοιποι νεκροι

αγαπητα χαλικια.

Μικροι πολεμοι παιδια

Παιδια παιδια

μη σκοτωνετε τις βομβες

παιδια

ειναι ολες δικες σας

παιδια

μη σκοτωνετε τις βομβες

ολες ειναι δικες σας

παιδια.

Παιδια παιδια

κραταμε δωρα ακριβα

παιδια

κοιταχτε στον ουρανο ψηλα

παιχνιδια οι ρουκετες φυσικα

κανουν για ολα τα παιδια

παιδια.

Δεντρα μικρα

Παιδια παιδια

χαρειτε τα δαση της πολης σας

παιδια

τα δενδρα σας ακολουθουν πιστα

παιδια

προσεξτε τα στους δρομους σας

παιδια

πολλα αφρικάνικα περιεργα πυκνα

λιγα λευκα ασημικα ακριβα

αλλα μαυρα ομορφα παχια

καποια απο την αλλη μονο ισχνα ψηλα κλαδια

τα δεντρα οι μονοι αφεντες που αξιζει να υπηρετουν

παιδια.

Δυο λεξεις μονο

Καποιες λεξεις ητανε στα σκοτεινα

τις κυνηγας δεν βλεπεις τιποτα μπροστα

σου και παλι ξεφυσσας.

Αραγε ηταν κιτρινες σαν στου ελυτη

τα φωτεινα χαρτια

Η μηπως μαυρα σαν τον μαγνητη

που καθε λιγο σε τραβα.

Και τι φωναζαν ασε το χρωμα

ριξε νερο διαλυτικο.

Αυτο που χανω με πιανει πονος

δεν θα το βρεις το πρωινο.

Σαν να θυμαμαι μία σκηνουλα

πως εφτασα λεει σε μια πηγη.

Που εψαχνα χρονια και ισως ακομα

απο μικρος την ειχα φανταστει.

Απο εκει και περα ομως κενο

το απειρο

βημα δεν κανω πανω στη γη.

Δυο λεξεις μονο

λεξεις χαμενες

σας προσκαλουμε στην εξοχη

ελατε μονες να συστηθειτε

εχει φωτισει το χαρτι.

Καταιγιδα

Σκεψεις αφημενες λιγοστες και νευρικες

κοιταζουν πως να σταθουν στη σκια της καταιγιδας

Φως που να βρουν ζωντας μεσα σε σπηλια νωπες

Νατες οι μνημες παρακαιρισμενες θυματα μουχλας

Ηρθε καιρος να πεταχτουν που να τις ριξω πες.

Σκορπια ποιηματα στιγμες.

Δεντρα παιδια

chord 1.a

Παιδια παιδια

χαρειτε τα δαση της πολης σας

παιδια

τα δενδρα σας ακολουθουν πιστα

παιδια

προσεξτε τα στους δρομους σας

πολλα αφρικάνικα περιεργα πυκνα

λιγα λευκα ασημικα ακριβα

αλλα μαυρα ομορφα παχια

καποια απο την αλλη μονο ισχνα ψηλα κλαδια

τα δεντρα οι μονοι αφεντες που αξιζει να υπηρετουν

παιδια.

Παιδια παιδια

κοιταχτε πως χορευουν στα στενα

δειτε το φως της λαμπας στα δεντρα μας

παιδια

κλαδια και φυλλα μια λυγιστη αγκαλια

χαρειτε τα στα σκοτεινα

υπο το ισχνο φως του φεγγαριου

δειτε τα χρωματα τοσο απτά

λεμονια και λουλουδια κρυβουνε οι μπουκλες σας

παιδια.

Παιδια

κοιταχτε μυτουλες μαγουλα αυτια

μεσα στα δενδρα προσωπα ανθρωπινα

κρυφα

τι ομοια διαφορετικα

παιδια.

Παιδια

κοιτατε τα με ανοιχτα αυτια

τι λεν’ τα δεντρα σιγανα

ομορφα στα φωτα αντηχουν

την προσοχη μας αναζητουν

για σας βαζω στοιχημα μιλουν

μαλλον εχουν κατι σημαντικο να πουν

που αραγες μας οδηγουν

παιδια.

Παιδια

δειτε τα δενδρα απο μακρυα

παιδια

σαν αξιους ανθρωπους

δειτε τα ολοκληρα

οχι μονάχα απο κοντα

λιγα μονο κλαδια

παιδια.


Παιδια

πειτε τους τι σας ανησυχει

ρωτηστε τα ομως και εσεις

παιδια

τι ισως ζητανε απο σας.

Παιδια

ειναι τα δεντρα ουρανου και γης

κι αυτα

δεκαετιων πολλων μοναδικα

παιδια

το σωμα τους στον ανεμο κινουν

σταφυλια το τωρα μας τρυγουν

το πριν φυλουν και στο μετα να πουν

παιδια.


Πουλακια πανω στα κλαδια

παιδια

κοιταχτε εκει γεμιζουν τη φωλια

βαλτε τα στο σπιτι της καρδιας

μικροι φτερωτοι θεοι και ‘σεις

παιδια.

Παιδια παιδια

μονο τα δεντρα μας μπορουν

παιδια

να μας σωσουνε

ξανα

παιδια.

chord 1.b

Παιδια πολεμος

Παιδια παιδια

κραταμε δωρα ακριβα

κοιταχτε στον ουρανο ψηλα

παιχνιδια οι ρουκετες φυσικα

ρακετες τα πυροτεχνηματα παιχνιδια δολοφονικα

κανουν για ολα τα παιδια.

εκπληξη

ο αη βασιλης ηρθε ετσι ξαφνικα

παιδια.

Παιδια παιδια

μη σκοτωνετε τις βομβες

παιδια

ειναι ολες δικες σας

παιδια.

Της δικαιοσυνης λυκοι και σκυλια

ειναι ολοι αμολητα

παιδια.

Παιδια χαρειτε φωναχτα

γυριζουν σε ασεμνα στενα

στις ειδησεις των εφτα

παιδια μονάχα διαλεχτα

παιδια

στον πολεμο

παιδια.

Στις ειδησεις ομως του μετα

το ορκιζομαι πρωταγωνιστες

εσεις

παιδια

επιτελους θα βομβαρδιζεστε

παιδια

βομβουλες τρωνε μακρυα

πηγαινετε και εσεις για συντροφια

παιδια.


Και οι μυτες απο πισω σας ακολουθουν πιστα

παιδια

ακρα του σωματος πονουν κι’ αυτα

αναπνεουν βηχουν σφυριζουνε βρωμουν

παιδια

δασκαλοι τηλεπαρουσιαστες γονεις αστοι

φωναζουνε αγρια ξανα

σωπαστε λιγο ρε παιδια

ενα μερος ειστε μοναχά.


Ο πολεμος ολους μας καλει

φωναζουν δυνατα αυτοι

του λειπουν στρατιωτακια ξυλινα

και θυματα ακομα πιο πολλα

παιδια

τοξα και πυραύλοι παιχνιδια παιδικα

με αυτα θα σας σκοτωνουμε αγαπητα

παιδια.

Παιδια παιδια

στα αρματα στα αρματα

παιδια

επεσατε θυματα εσεις

παιδια

τραγουδια νεα μα παλια

δεν τα γυρευατε μα ηρθε η δικια σας η σειρα

παιδια.

Τα ποιηματα και αυτα οπλοφορουν

εγκληματα της τεχνης ολοι μας

παιδια

πολλα κρυμμενα στην τιβι

του πολεμου μας

παιδια

της πατριδας σας

παιδια

μεσα και απεξω απ’ τα μυαλα

παιδια.


Παιδια παιδια

γρηγορα σπιτι ολοι τελικα

βρωματε ολη μερα στα στενα

παιδια

σας ψηνανε αργα αργα

παιδια

ψηθηκατε μονα σας γοργα

παιδια

τα παντα βραζουν τελικα

ποιο ειναι το μελλον σας

ψαχτειτε καλυτερα

παιδια.

Παιδια

εχει και λονγκ κοβιντ ακομη στα ανοιχτα

νεωτερικα καναλια του πολεμου

στο ψυγειο σας

παιδια

κρυφτειτε ισως και στα μαθηματικα

οι βομβες ολοκληρωματα απλα

παιδια

7 και 7 ισον δεκα εφτα

ολοι στα μπανια σας

πλυθειτε αμεσως πιο καλα

παιδια.

Παει σωθηκαν τα παιδια

παιδια

επιθεωρουσαστε

οπως παρουσιαστειτε

ολοι εδω μπροστα

καλειστε αμεσως να σας εξολοθρευσω μαζικα

παιδια.

Παιδια

διαβαστε επιτελους

κατι για παιδια

κατι με τελος και αρχη

αμα τελειωσει ο πολεμος

οπως αρεσει στα παιδια.

Παιδια παιδια

μη σκοτωνετε τις βομβες σας

παιδια

παιδια μη σκοτωνετε τις βομβες

μη σκοτωνετε τις βομβες

παιδια

παιδια

ειναι ολες δικες σας

ολες πια δικες σας

ολες λεμε τωρα ρε

παιδια.

Της ποιησης ασθενης

Καθως γραφεις

το χαρτι γεμιζεις χαρα

κλαις.

Στις σκεψεις μου

αρεσει να ψαρευουνε

ανοιχτα

λες.

Ειτε εχει μπονατσα ειτε κυμα

εδω ειναι ωραια ειναι πρυμα.

Αρκει να ανοιξει η διοδος στο μαγμα εκει βαθια

στο ανακατεμα του τωρα του πριν και του μετα.

Εκει που οι καρχαριες του υφαλου της ψυχής

συνοδοιποροι αγαπημενοι ειναι φιλοι βραδυνοι.

Μακρυα απο της συνειδηση τον πονο τον καυτο

της ψυχης τον μισερο εργατη και εχθρο.


Απο εκει χαμηλα τραβας ω ποιητη την καθετι

και νομιζεις εχεις ψαριά ωραια διαλεχτη.

Κοιτα ομως καλα. Κοιτα κοντα.

Αγκαλιες αμορφης υλης φερνεις προς δυσμας

αφου τις παγωσεις σε ανατολικες

κουφαλες γλωσσας διαλεχτα.

Κι ο χρονος

σαν μακρυ χαλι πορνειου

μονο αυτο σε περιοριζει

το κοντινο το οικειο του πλαισιου.

Και η γλωσσα

δικια σου

μα και οποιουδηποτε αλλου θες

στο σημερα στο αυριο στο χθες.

Τιποτα νεο τιποτα ιδιαιτερα παλιο

μονο το μαγμα εδω καυτο

να σε καλει να δεις

να το αποφυγεις μη μπορεις

στον αρχοντα το ματι το δαχτυλιδι και η πληγη

ολα φωναζουν δυνατα εσυ.


Γραφεις με ενα στυλ

ω ποιητη

που απαντα στην αλλη ερωτηση

γιατι.

Γραφεις αδειαζοντας απο πονο φθονο και χαρα

απο εμπειριες λογια σκεψεις γενικα

το φαρμακο σου δηλαδη

ω της ποιησης μεγαλε ασθενη.

Οταν χαρα κ’ λυπη δεν περισσευουν τις φυλας

γραφεις μονο με παραφουσκουμενα τα πανια.

Και παντα με την ενεργεια του ανεμου φουσκωτή

για κινητρο εμπνευση φαγητο και συνταγη.

Σαν καποιος να σε σπρωχνει να πας πισω και μπροστα μαζι

με το μη-ποιημα παρτενερ και το ποιημα στο πικ-απ

για θεατη.


Το ιδιο και οταν απαγγελεις κατιτις

το διωχνεις απο πανω σου

τραβωντας το απο τ’ αυτι τ’ ακροατη.

Σμιγουνε οι λεξεις σας στον αερα δυνατα

κρουσεις βληματος με βλημα

κοιτα τις λαμψεις στα ανοιχτα.

Για να βρειτε εσεις το ποιημα ωραια αλλαγμενο

εδω στο τωρα φρεσκοχτυπημενο.

Γι’ αυτο και δεν διαβαζονται γενικα

τα ποιηματα ευκολα καλα

παραμονο οταν ειναι γενικα απλα.


Ειναι η ποιησης λοιπον μια καθαρσης διαδικασια

σαν να πηγαινεις σε τουαλετα πολεμου πολυτελειας

βαλε επιτελους μια τελεια.

Και να διαβαζεις ή να γραφεις ο,τι βγαζεις

και να βγαζεις ο,τι γραφεις ή διαβαζεις.

Οχι τοσο περιεργο οσο δυστυχες

ειναι ομως και το εξης μου λες

για τις αυτο-διαλυομενες ανθρωπινες φυλες:

υποστηριζουν πολλοι ανθρώποι σθεναρα

πως την ποιηση αρνουνται δια παντος

οταν με ιζηματα αερος αερος λογικης

δειχνουν ποσο γλυκα την αγαπουνε διαρκως.

Μια ωδη στην ποιηση

Ενα κομματι φυλλο χαρισμενο

στον βρυκολακα της νιοτης

στα στενα να χωρεσει το οτομπιανκι

μεσα απο πετρες

κατω απο τα νερα να μην βραχει.

Και η σελιδα τωρα αναποδα βαρει

καθως αντιστεκεται ως χαρτι

του απειρου αδερφη,

να μην γουσταρει να οριστει

ποιον ποτε και γιατι

θα παντρευτει.

Αυτη ειναι η οπτικη του χαρτιου

που ειναι ο μαστορας και ο αρχηγος

του μολυβιου ο οδηγος

η διαχρονικη αρχη

η αλλαγμενη χιλιες φορες απ’ τη ζωη.

Αυτου του ηρεμου χαρτιου

πως χαιρομαι να γαργαλω τη νηνεμια

γραφοντας πραγματα και κωδικους

που δεχεται ανυποψιαστα οικεια.


Μια δευτερη κολλα για επιβρανδυση

που θα επιβεβαιωσει το ακυρο

το οτομπιανκι να γυρνα στα αοριστα στενα

παγιδες των μυαλων

ζητωντας εξιλεωση για την μαρκα του τη φθονερη

το αντιθετο του πρωτου δηλαδη

πεσμενο στα τεσσερα

στο ποιητικο πιεστηριο.

Αποδομημενος λογος ορφανος

ποια η αξια

παρα ισως δα να ομολογα τα αδικημενα της νιοτης

τα λαθη

τις μισες ζωες του υστερα

αυτες που περιμενουνε να τις ζησουμε

τον φοβο και τον φθονο

που σκαλισανε την πληγη.


Οχι πολεμους στα συνορα ουτε στις πολεις μας

μη καρτερας δεν ειχαμε εμεις

μα μεσα στα αυτοκινητα τα ες αρ γιου βι

και στα μυαλα χωμενους

δικους μας αποκλειστικους πολεμους

που μεταφερθηκανε στο θυμα

αγαπητοι

να το κρατανε ομηρο απο κοντα παντου

χωρις καταφυγια για να κρυφτει

με τη γλωσσα ηθοποιο για στρατηγο

και την πραξη αμνημονευτη

οριστικο θανατο κενο

ατιμωρητο κοινωνικο οδηγητη.

Ανεμος ζωης

Και αν τα ποιηματα ειναι νεκρα

γεννηθηκα.

Και τι που η μπορα λυσσομανα

εγω λιαστηκα.

Τι και αν τα τραγουδια λυπηρα

εγω χαρηκα

διπλα

Που βρηκα εαυτο σε εαυτο

αντιδραση σε υπακοη

το μελλον μεσα σε ενα παρελθον

το κιτρινο στην ανατολη

το λουλουδι της δυσης πρασινο

και της σκιας του απογευματος

στον καματο

απλωμενο πανι της δεκαετιας μου της δρωσας

που ξεχασα να ζησω.

Πως μου αρεσουν τα χωραφια με λουλουδια

οι παραδομενοι κηποι

τα χωραφια της ανοιξης

με τις σαραντοποδαρουσες μαγικες θεες

τα ονειρα τα παιδικα

του κηπου μου

οι ξοβεργες τα πρωινα

τα διχτυα και οι μπετονιες

οι μπαλες μου στις γειτονιες

αιωνιες

τα δειλινα οι ερωτες σε γειτονικες περιοχες

το τρεξιμο το μπαλαντερ του ποκερ μου του παιδικου.

Κερδιζα μεχρι τα 19

μετα εσβησα σταδιακα

για τους εξω αβλαβως

μαλλον παλι ευτυχως.

Τελικα αγνωστο θα πω.

Αλλαξαν τα πανια.

Τελειωσαν τα βουνα.

Αδειασαν τα ενεργα ηφαιστεια

‘φυγαν απ’ την παλαιστινη τα μαγικα πουλια.

Αγνωστη ξανα αιτια.

Σαν να παρακολουθησα μια μυστικη ταινια

κυμα στο μυαλο που ποτισα νερο

και με εσερνε απροσκλητο λαθρεπιβατη για καιρο

ή σαν να ‘γινα απο ηρωας παραμυθιων

ονειρεμενων

κωμικος συμφεροντων τραπεζων

διεφθαρμενων.

Σαν να μην χαθηκα ομως οριστικως

ουτε μαλλον γενικως.

Μετα απο χρονο,

να σου παλι

μεσα απο τρικυμιες στον βορρα

μετα απο τις πυρκαγιες της χωρας μου τις ξακουστες

και πισω απο μπόρες της αφρικανικης ηπειρου ξαφνικες

βρηκα σημερα ξανα

του νημα του παιδιου

παιδια

τον ηθοποιο

στην ποιηση του μυαλου μου

ζωντανο.

Ονειρο ηταν μετεφηβικο

περασε

μεγαλο ποιημα δεκαετιων

ξεπλυθηκε μεσα μου σε σιγανο ρυθμο

και τωρα βγαινω να στο πω.

Αργησα καρδια μου.

Το εφτυσα εδω.

Ησυχασα.

Αυτη ειναι η ποιηση για μενα

αρρητη γεννα σε κορινθιακο ρυθμο

μιση ανοιξη σκαλισμενη σε πετρα

μια ραγισμενη ξενη καρδια

των δωριεων δωρο

των εχθρων.

Θα ηθελα στο μελλον μου

η ποιηση η παλια που βρηκα

κρυωμενη μονη και ερημη

να γεννησει τα χωραφια μου

στα κιτρινα αγκαθια.

Ας διωξει ολα τα χρωματα,

το πρασινο το δροσερο την υστερη παλια μου αγαπη.

Μοναχα σκετο κιτρινο χωραφι κατω απ’ της

ελιας καμενο

της ζεστης ξαπλωμενο στο χωμα το ζεστο.

Αλγοριθμος ευρεσης μουσικης

Θελω να βρω εναν αλγοριθμο

που να με βοηθαει.

Να βρισκει τα τραγουδια μου και να μου τα τραγουδαει.

Αυτα που εγω δεν σκεφτηκα

αυτα που δεν μυριζω

ειτε που περασα παλια και τωρα δεν γνωριζω.


Οχι ομως αυτα

ευχαριστω

της μηχανης τα παγωτα

ουτε εκεινα που κανεις

δεν ακουσε απο μενανε μετα.


Για τα τραγουδια μου μιλω.


Τραγουδια που αν με βρουνε ζωντανο,

θα τα διπλοευλογαω.

Αυτα που με βαραινουν δια της απουσιας

και σαν τα βρω ταξιδι μου υποσχεθηκαν

σε σπανια μουσεια.

Του μυαλου μου φυσικα

οι εκθεσεις που θα δω.

Ενω για κυτταρα που υπεραγαπω

ακουμπησμενες μου υποσχεθηκαν

τις κιτρινοτερες ακρογιαλιες του ειρηνικου

και τις σπουδαιοτερες συμφωνικες

συγκρουσεων κυματων δελφινιου


υπο τα γυαλινα θραυμαστα αυτων

στον ουρανο του πανω νου.

Ο αλγοριθμος αυτος θα ειναι η συντροφια του

απογευματος μου.

Μη φοβηθεις

απλος γνωστος και δουλεμενος,

απλα μετα ο επομενος

στο μελλον κοιμισμενος

κρυβεται συνηθως στη γωνιά.

μΑγκυρα χρειαζεται βαρια

να μη με αμελησει.


Τη γνωμη μου στον καβο να κρατα

γερα

σαν με περιπλανησει.

λιμανι και οριζοντα

Μεσα σε αυτο που θα του πω

εκει που θα ψαρευει

μπετονια

εξω απο το φαρο

ανοιχτα.

Και γρηγορα μας τελειωσε η μουσικη

Σαν την απουσια που ξεπερασαμε απλα αλωβητα.

Δεν ειχε αλλο χρονο στα συρταρια για να αλλαξει.

Προτιμησε δια της σιωπης την παρουσια να πειραξει.

Ισως ποτε να μην ηταν ξεχωριστη αρκετα στιγμη.

Ισως και τα κυτταρα να κουραστηκαν στον χορο

ή να καηκαν στη πηγη.

Που το εχεις το τραγουδι αυτο θαμενο.

Και γιατι φοβηθηκαμε το επομενο παρον.

Τι μπορει να εχει για να παιξει.

Δυο κενες σελιδες

Περπατησα στο διαολο και περα

πιο ψηλα.

Παραλληλα στα τειχη.

Ζωη στα μερη μου ανοιχτη.

Πεζοδρομιου μεγαρα

φιγουρα

και παρεα μας πεζη

τα σπιτια τα γνωστα.

Διαφερουν καθε βραδυ νοητα

στηριζοντας τη ροπη του αλογου.

Να φεγγουν και να περπατα

ακουραστα τον δρομο του αυτοκινητου.

Λιγακι ομως πιο αργα

και τι εγινε

αληθινα

θα φτασεις σε χρονο διπλο

ονειρεμενο

θα βρωμας

θα καθαριζεσαι πιο ευκολα

θα τρωγεσαι σαν ανθρωπος θνητος

θα παντρευτεις το μελλον το συνεχες

αληθεια θα χωρεσεις

μεσα στου δρομου τα στενα.

Χωριζοντας την αρρωστια

με φτιαγμενη την πληγη

φτανοντας νωριτερα απο τον καθενα

που τρεχει στα τεσσερα γοργα.

Περπατημα ξανα

καλη παρεα.

Τσιγαρο που το αναψα.

Με αγγιξε αλλα δεν το αφησα να το καπνισω.

Μου αρεσε απο μακρυα.

Οπως η γατα του δρομου τη ροδα

τον τραχυ φονια ξανοιγει.

Η ποιηση ειναι βαρετη

Οταν τη βλεπεις τη στραβοκοιτας.

Τι θελει τουτη απο δω.

Εγω δεν εχω παραπονο απο τη λογικη μου.

(καλα τραβα η ζωη μου)

Αυτη η ξενη ξεχορτιαραζει το γκαζον στον κηπο μου.

Εμενα ο κηπος μου δεν εχει χορταρια μονο δρομους.

Η ποιηση ειναι φρουτο με ερωτηματα χωρις ζουμι.

Το ζουμι δεν το νιωθω

το βγαζω απο προτασεις

δεν βγαινει αφηρημενα

με ενα νευμα.

Εμενα οι λεξεις ειναι περαστικες

δεν χρειαζονται χτενισμα.

Στην προταση τις βαζω οπως θες

δεν σημαινουν κατι απο μονες τους.

Για μενα η λογικη εχει αξια

η ποιηση ειναι ανοησια.

Κανεις δεν εζησε με ποιηση.

Δεν μου φαινεται αρκουντως λογικη,

σαν βαρκα στο αοριστο επιπλεει.

Ο καθενας καταλαβαινει ο,τι θελει.

Ενω οι προτασεις μου ειναι αυτες.

Ξερες.

Οχι δεν θα ερθουν να κατοικησουνε πουλια

αλλα ανθρωποι.

Η ποιηση ειναι

νεκρικη στιγμη αναστημενη

των φυλλωσιων φιλη

των νερων σταγονα

της εικονας φως

του ελυτη κιτρινη.

Δεν ειναι μια λεξη

παντα ενα πλαισιο

μια αρχη

μια προσδοκια

χαμενη

μια νικη

ειπωμενη.

Πρωτολεια

Τι και αν δεν τραγουδιστουν και αν σβησουν.

Σαν μια βουτια του καλοκαιριου

στις φλογες

μεινουν του βουνου..

Τι και αν δεν αγαπησουν και δεν αγαπηθουν.

Τι εγινε

στιχοι ηταν δεν πονουν

λεξεις μοιρασμενες στο χαρτι

χαρτια φυλακισμενα

ποκερ που παιζει η ζωη

με ανθρωπους κ’ αισθησεις.

Καποιοι θα θελουν και μπασταρδα αισθηματα

και γνωση.

Μα αυτα στο σπιτι τους που κατοικουν

βολτα βγαινουν μοναχα με λουρια

παντα φυλακισμενα

στην ποιηση

και στη ζωη μας τη φτωχη

δεμενα.

Δεν βλεπουν περα απ’ το βουνο

πανω απο το συννεφο

σε πιο υγρα τοπια απο το νερο.

Τα δεδομενα μας λιγοστεψαν

Οι πληροφοριες απροσμενα μακρυα σου τρεχουν χαμενες στο παρελθον στην αμνηστια.

Ο κοινος μας χωρος εκμηδενιζεται γινεται μοναχικος ατομικος.

Στον κοσμο της γρηγορης παγκοσμιας πληροφορησης τα δεδομενα γινονται απελπιστικα μικρα τα βλεπεις ολα απο μακρυα.

Τα ατομα δεν εχουν λογο να γνωριζουν αλλους ουτε και τιποτα γνωριζουν μονο τον εαυτο τους και τα κινητα.

Οποιαδηποτε παρεμβαση κατανεμεται αποτελεσματικα στις κορυφες.

Βουτυρο στο ψωμι τους η ομογενοποιημενη κοινωνια.

22022022

Μια απο τις χειροτερες μερες της χιλιετιας μας

που ξεκινα.

Γεματη δυαρια και μηδενικα. Μια συμμετρικη ημερα.

Και γω στο τελος

μα στη μεση αισθανομαι

να ισορροπω μαζι της.

Νουμερα οχι απλα στον χρονο στοιβαγμενα.

Κανουν τη γνωση μας ιστορια.

Ισως και δακρυα πικρα.

Και με τι μερα

αυτη

στη μεση

η ιστορια να ξεδιπλωνει τα ονειρα της.

Γιατι διαλεξε η Ρωσια σημερα

να απλωσει τα φτερα της

σφυριζοντας εναρξη ρουλετας

προκανονισμενης

διατλαντικων παιχτων

ολικης καυσεως ενστικτων επιβιωσης

αμελητεας.

Μια νεα μερα σε εναν αποκοσμο κοσμο

εχθρικο συνεχιζεται

στη γρηγορη ροη ειδησεων απο σημερα.

Κοιτα τον.

Δες τα φτερα τα κιτρινα απο φθορα

τα κοκκινα λουλουδια που κρατα.

Κοιτα και τον κοσμο πως τη χωρα

ετοιμασμενος χρονια

χαζευοντας απο το παραθυρο το σκοταδι

ανοιχτο παραθυρο στο μελλον

που μας απλωνει στης ιστοριας την απλωστρα

μερα παρα μερα

κι απ’ εναν

ισον 2 στη καμια

στη σειρα.

(Επανελαβε ξανα)

Υστερος αυτισμος

Μικρο παιδι γελα μπροστα στη μουρη του φιδιου.

Λες.

Την οικογενεια σου γνωρισες

αυτους που ντυσανε μαζι.

Κανονισμους και απαγορευσεις

μεσ’ την αγαπη γνωρισες

λογια της γειτονιας αστοι γονεις.


Αντιδρας δυναμικα στην πορεια.

Κλαμα λυγμου η πρωτη αντιδραση.

Και πως γελαμε ρωτας αγελαστα,

ειλικρινης αγαπης απορια.


Απαντουν αμεσως

καθαρα.

Γελαμε ευκολα στεγνα


Με του νου σου την πνευματικη ακαταστασια ακομα γονιμη

(αθωα η του βρεφους η βουλη)

την σκεψη εν τη πηξει απευχεσαι ρητα.


Αντιδρουν τοτε κι αυτοι

διπλα

ολοι μαζι ιεραρχικα.

(Προσοχη κολάν τα περιττωματα

φριχτα.)


Οι ινδιανοι

επικινδυνοι

σου λενε πως

βρωμουν

κρατα τους εκτος σπιτιου

αμφισβητιες δοκιμοι

αντιρρησιες συνειδησης

μισητοι εχθροι

φυτρωνουνε εντος εκτος

συνορων

του μυαλου.


Δεξου το απλα

χαλαρα.

Αγαπα την πατριδα σου

εμας

και κοιτα μοναχα τη δουλεια.


Ο απωτερος σκοπος ανωτερος

μου λες

μη μυριστουμε τιποτα ποτες.

(Του διαλυματος αψηφησα τις βασικοτερες αρχες)


Στο τελος συμφωνω

αυτοι της λογικης

πετυχαινουν παντα τον σκοπο.

Και να σου ενα μπλε σοφο παπι

εγω

με πρωτη υλη το παιδι,

χαζο

υποστηριζεις.


Τωρα ολα φαινονται ομορφα

μα ομορφα φτιαχτα

χρωματα βαρετα τα παντα

σε σχηματα πιξελ αρτ.

Τι ζαλη θεε μου, φωναζω παλι.

Ποιος ευθυνεται γι’ αυτο το χαλι.


Και απαντας
εσυ.

Ισως γιατι ραγισε η φωνη

ισως γιατι το διαβασμα δεν ελειψε ποτε την κυριακη

Ισως γιατι ντυθηκαμε ολοι παπαγαλοι

πολυχρωμα ζωα στο χακι

να μην τους πιανει ματι.


Και ανταπαντω.

Ισως γιατι ολοι μεγαλωσαμε εκλογικευομενοι

απο μικρα

ωσοτου το πεθαμενο μας μισο μυαλο

αφησει το αλλο λογικο

και μπλοκαρει στους 13 μηνες ή στα πεντε χρονια

ξαφνικα.

Της επιστημης επαχθης

η επιφοιτησης,

λες σιγανα.


Φωναζεις.

Ονειρικο. Δικαιωμα επιλογης.

Επιλογης

φωναξε το δυνατα

μη πλαστικης

τον τοιχο να κοιτας

να μη λυγας

να μην λογας ουτε και να λογιεσαι

παρα μονο σαν μετρας

δικα σου νουμερα σειρας

στρατηγικης

κατεβαινοντας

τις ανηφορες της πληγης.


Εκει στο ονειρο

που θες

οποιο καθε φορα ζητας

πραγματικα

παιδια

πετουν αναποδα

βουβα

για να προστατευτουν

απο το παρελθον

στο μελλον

τα ελευθερα πουλια.


Ψαξε μας

μου λες

εκει στο ονειρο

κρυβομαστε

ψηλα.

Γρηγοροι χαρταετοι

Εθιμα χαφιεδες σινεμα.

Τσουγκριζουν ανησυχιες τα στενα

δρομακια

αφηρημενες μουσικες

δικες σου

Παυλο

πετουν αποψε χαμηλα

στους ουρανισκους μας

γαριδες

στα σαγονια μας

να σου και σερβιτορες απο ανατολας

στις τηλεορασεις μας

αδειαζουν ποτηρια ησυχα κενα

ου (το) ζω τσου(το)ζην

επ’ ουδενι

αρνηθηκαμε

εμεις.

Μεταφραση.

Θαυμαστε το μελλον σας προσφυγες ολοι του αυριο

δεστε γυναικες μοιρασμενες με πυγμη.

Ηρωιδες ολες αλλες μεινανε εκει.

Διωγμενες μετα πιεσεως ηθικης

μου λες τηλεορασουλα μου

να φυγουνε ηρωικα μετα ανδρων

φεμινιστριες απο ζωης

να σωσουνε τον προεδρο να σωσει αυτος τη δυση.

Αξιες αντικειμενικες

σου λεν’ μετα

να σωσουνε τα σπιτια τους

το πιστευω

θ’ ανεβουν τα σιτηρα.

Προσεξτε

λυκοι εν χρησει του ουρανου τα συρματα

καρδια μου

για να μας ψησουν στελνουν ραδιοκυματα

να βρεξουμε τα ποδια μας στις κεφαλες μας πανω.


Εμεις ομολογουμενως παραυτα

φαγαμε και ηπιαμε καλα

και ηρθαμε να παιξουμε μαζι

με σας παιδακια απο χαρτι

να σας ανεβασουμε στα συνεφφα

να χαρειτε του ηλιου του ηλιατορα

ω θαυμαστε μας ποιητη

τη δυση

μια φωτό ζηταμε μοναχα

να βγαλετε

το μελλον των παιδιων απο εκει ψηλα

να το μοιρασετε στα αστρα

(πολεμος ω κ’ εκει)

για σιγουρια

ενω εμεις εδω στο εργο μας

θα καιμε και θα ψηνουμε

επι της γης

αυτοεπιτηρουμενοι απο καρδιας

τα καρβουνα

δικα μας

κ’ ηρωες του μελλοντος μας

βγαλε το χερι απο την τσεπη

κι οι πολεμοι δικοι μας.

Σιωπη. Μικρο ποιημα

Μακαρι τα τσιμπηματα να ητανε μικρα

να μονο δυο αδερφουλες μελισσουλες σε δουλεια.

Παρομοια λες και η ποιηση

με ξεσκονισμενα τα πανια

ταιριαζει στων καιρων μας τα καταρτια διαλεχτα.


Ισως παλι αν τα ποιηματα μιλουσαν

για ενα εθνος για καποιο πονο

ισως για λιγους ξενους αριθμους και μονο.

Ισως παλι να μην λεγαν τιποτα

καλυτερα σιωπη

απολυτη

να λυνονται μοναχες οι αποριες

και οι δυσκολιες στην τιβι.


Και να μας

δεσουμε αν χρειαστειτε στην πορεια

επι ξυλου κρεμαμενοι ποιητες στα καγκελα

αψογοι χωρις φως στη σκηνη

στα καταρτια χυμενα φρουτα πορτοκαλιά

να τα πιει στο ποτηρι μια γουλια

καθε σειρηνα θεατης.


Ετσι ομως

σαν τραβιομαστε απο τη μεση

μου χεις πει

στις ακρες του δρομου απραγεις

ο κοσμος μας οριστικα απωλεσθεις

φανταζει

του δευτερου μικροτερου ποιηματος ζωης.

Ενα απλο ποιημα

Ισως η μουσικη ισως η γατα ισως μαζι

ονειρο την ανατολη ορκιζονται

πιστα να ακολουθουνε

διαφευγοντας της φθορας τη σκονη

κατορθωσαν τεντωμενες να μιουμοποιηθουν στον οριζοντα που συναντιουνται

αμετοχες των λογικων μου καλεσματων.

Το δευτερο μικροτερο ποιημα εν ζωη


Μακαρι τα ποιηματα να ητανε μικρα

να απαγγελανε δυο λεξουλες σιγανα.

Μυριαδες περιττες προτασεις ποιησης να

καθαριζαμε απ’ το αυτι σου

ανθρωπε

και να τελειωναμε εκει.


Να βρισκανε τα συναισθηματα και οι λογικες

μονα τους και μοναχες το δρομο

προς το σπιτι το κοινο

αυτο που μπαζωνουνε (απο) τα μεσα του αιωνα

και που να βυθισουνε κατω της γης

απειλουνε τωρα

χρησιμοποιωντας γρηγορο ιντερνετ

ολοι μας ξεχωριστα μαζι.


Στην απορια του τουιτερ και του χαμενου ηρωα γειτονα

θα μεινει η ουσια

που δεν ψιθυρισε ποτε κανεις

δυο βηματα μπροστα

κοιμωνται

οι τυχαρπαστοι ποιητες που αναζητεις

ακτινες ορμωμενες

απο το κεντρο μιας επιπεδα θλιβερης γης.

Ισως ολοι να εχουν την ιδια πληροφορια γενικα.

Ισως και συ προσπαθεια της ληθης να επικρατησεις ειδικα.

Ισως και τα καστανα παντοτε να ζητουσανε φωτια.

Η ποιηση αυτη με ξεσκονισμενα τα πανια

μοιαζει να ταιριαζει διαλεκτα λες

στων καιρων μας τα διαλυτα καταρτια.


Ισως παλι αν τα ποιηματα μας μιλουσαν

για ενα εθνος

για καποιο πονο ή ενα σκοπο

για το καθιστικο μας που ζηταει συναλλαγμα

ζωτικη επιλογη μιας αλλης μεσης υλικης ζωης.

Ισως απο εδω και μπρος να μιλαμε μονο με αριθμους

ισως και για κουναβια

ισως για ερωτες τηλεορασεως ιδιωτικους

ισως για αφεντες τρωκτικα ή για πολεμους μυστικους

που ζησανε αλλοι σε χαλεπους καιρους.

Ισως παλι τα ποιηματα να μην λενε τιποτα

καλυτερα σιωπη

απολυτη

να αφησουμε την απουσια να σας λυσει καθε απορια

και να μας

δεσουμε αν χρειαστειτε στην πορεια

επι ξυλου κρεμαμενοι ποιητες στα καγκελα

αψογοι χωρις φως στη σκηνη

στα καταρτια χυμενα φρουτα πορτοκαλιά

να τα πιει στο ποτηρι μια γουλια

καθε σειρηνα θεατης.

Και ετσι οπως τραβιωμαστε απο τη μεση

στις ακρες του δρομου τωρα

απραγεις

ο μικρος μας κοσμος οριστικα απωλεσθεις

του δευτερου μικροτερου ποιηματος ζωης.

Χαρταετοι 2

Εθιμα χαφιεδες σινεμα.

Τσουγκριζουν ανησυχιες στα στενα δρομακια

αφηρημενες μουσικες

ολες δικες σου παυλο μας αποψε

χαμηλα

πετουν στους ουρανισκους μας γαριδες

στα σαγονια μας ακουμπαμε

να και σερβιτορες απο ανατολας

στις τηλεορασεις μας γεμιζουν τα κενα ποτηρια

ου (το) ζω τσου(το)ζην

επ ουδενι αρνηθηκαμε

εμεις.

Ποιεισθαι οπως και οποτε δυνασθε καθε λογης και του λογου σας μετα συγχωρησεως

αγαπημενοι λοιποι μεταναστες της ζωης

στις κ.ο.κ. αποκριας μεταμορφωσεις.

Μεταφραση.

Θαυμαστε το μελλον σας προσφυγες ολοι του αυριο

δεστε

γυναικες μαρασμενες με πυγμη

με νιοτη μοιρασμενες στις παρτιδες τους

αλλα και στην απογευματινη τιβι.

Ηρωιδες ολες αλλες γινανε ηθοποιοι.

Διωγμενες μετα πιεσεως ηθικης

φεμινιστριες κρυφα

να φυγουνε ηρωικα μετα αντρων

απο ζωης γενικοτερα

μου λες τηλεορασουλα μου

να σωσουνε τον προεδρο να σωσει αυτος τη δυση

μακαρια αν σωσει η τελευταια τα παιδια

τα θελουμε

για μελλοντικου πολεμου εραστες.

Αξιες αντικειμενικες

σου λενε μετα

το πιστευω

να σωσουνε τα σπιτια τους

θ’ ανεβουν τα σιτηρα.

Καρδουλες μου προσεχετε πολυ

λυκοι εν χρηση

του ουρανου τα συρματα

θα μας καψουν ολους μας στεγνα

καλαμαρακια (σ)τη(ς) σειρα(ς) (μας)

ασχετος ο καντηλανάφτης ψησταρια στην πολη μας πλατεια

βρωμησαμε

για νεα ψαρια δωσανε εμας βδομαδος πλεον πτωματα.

Στελνουν ραδιοκυματα για να μας ψησουν αστραπες μου

να βρεξουμε τα ποδια μας στις κεφαλες απανω

απαξ και διαπαντως και ατυχως για μας

μα τι χαρα και ησυχια θεε τους λαχταρας για το μετα.

Παραχαραζουν με ραδιοσυχνοτητες ορθόγωνες

τα κυματα των ποιηματων μας

τα καποτε ομοκεντρα μου ειχες εκμυστηρευτει

φα σολ λα σι,

λειπει φυλαγμενο το μι απο τη στροφη.

Εμεις ομολογουμενως παραυτα

φαγαμε καλα

και ηρθαμε να παιξουμε μαζι

με σας παιδακια απο χαρτι

να σας ανεβασουμε στα συνεφφα και στα βουνα

να σκαρφαλωσετε στον ανεμο γοργα

να χαρειτε του ηλιου του ηλιατορα

ω θαυμαστε μας ποιητη

τη δυση

να βγαλετε ζηταμε μοναχα μια φωτό

το μελλον των παιδιων απο εκει ψηλα να τα χωρα

ολοκληρα

να τα μοιρασετε στα αστρα (πολεμος ω κ’ εκει)

για σιγουρια

να ζησουνε αυτα ιδεατα στις καταστρεμενες

οικογενειες του συμπαντος

ενω εμεις εδω στο εργο μας

θα καιμε και θα ψηνουμε

(επι) της γης

υπο την αγαστη επιτηρηση των αρχων μας

επιτηρουμενοι απο καρδιας τα καρβουνα

δικα μας

κ’ ηρωες του μελλοντος μας

βγαλε το χερι απο την τσεπη

(κ’) οι πολεμοι (οι) δικοι μας,

εγγονια σου εμεις

ω ποιητη της λογικης

μαρκουζε

του θεοδωρακη μας παιδι.

Αγνωστο χαρτι

Δοκιμες επι δοκιμων επι παντων.

Αιωνες στιγμης αποτυπωμενες σε ενα φυλλο.

Ψεματα αραδιασμενα ανοιγουν της ψυχης μας τα πανια.

Ονειρα ανεκπληρωτα σκαλιζουνε τον βρογχο της επαναληψης.

Απλωτα τραγουδια

ξαπλωτοι βραχοι

μυαλα χυμενα

ερωτικα δολοφονημενο

σπερμα ουσιαστικο

και πανω κατω μια πληγη να καιει,

ενω σιγα σιγα να νομιζουμε πως σβηνει

στο (α)θροισμα των ποιητικων φιλων

που θαυμαζουν απο κοινου

την νεα θεα του κενου

στην αβυσσο της ψυχης.

Βαζοντας φωτια φουρνελο

εδω και τωρα στη σκηνη

χαζευουνε στο αγνωστο

το ασχετο αλλου γνωστο

πρωταγωνιστη εδω

να καιγεται επι τουτου στο λεπτο.

Εισοδος δωρεαν απο ανθρωπο σε ανθρωπο

το εισιτηριο τσαμπα

αλλα ακριβος πολυ ο χρονος του θεατρου.

Τι δρομος θεε μου να διαβεις

τοσα εγκληματα μπροστα σου.

Αυτες οι λεξεις ειναι ηθοποιοι,

δολοφονοι του αριστοφανη εραστες

του ευρυπιδη η φαντασια παιδοκτονος

των θειων ολοι ασεβεις.

Ενια τους και απο το χορο της ποιησης

δεν λειψανε ποτες

οι ηθικοι πρακτορες του χρεους η εξουσια

αορατοι τιμωροι και θεατες του αισχυλου η χορωδια.

Για ποινη εργο βαρυ απεφανθη το πολυμελες

να ανακατευουν μια ζωη στιγμες

οι δυσμοιρες λεξουλες

δυστυχια ψαχνοντας και ποτε ευτυχια φεροντες

ολημερίς στων ποιητων τις πλατες.

Και δωρο εκπληξη στους δαναους

το τιποτα αραια και που να κουβαλουν στο τωρα.

Σωστα χυμενες στα μοναστηρια πικρης μπυρας

πιστες στη λογικη της αυτοεξοριας.

Αυτες ειναι οι λεξεις

του σατανα δωρο στον ανθρωπο δοσμενες

ποιητες επι της γης αυτοχειρες.

Πανσεληνο στην οροφη

Ολογιομο φεγγαρι ανθιζει ομορφο

στης οροφης μου τα παρτερια.

Ολοκληρο πραγματικα δικο μου.

Σκεπαζει τις βολτες του μυαλου

θριαμβευτης

με χαζευει και γελα με την ανοησια του σπιτιου

μεσα στης νυχτας τα παιχνιδια.

Πατωματα – Αρχεια – Αφρικες

Γυριζω συντροφια σου.

Ταξιδια στην μεσογειο.

Μου επλυνες τα ονειρα — χαρα μου.

Και γω σου χαρισα ηλεκτρονια,

μυριαδες απο το σωρο που μου εχουν δανεισμενα

να σπαταλω σαν αξιος λυραρης

του χωριου

της επιστημης αφεντικο

επι της γης της μικρης Ρωσιας

εκβιαστης και υποτελικος μαζι

της δυσης σκεπαστης

της ανατολης καφες ψιλοκομμενος το πρωι,

με το αφρογαλα των ονειρων μου ταιριαστα κουβαλημενο.

Λαμπα ξανα μου κυνηγας

για της επομενης χρονιας τις φεγγαραδες

και τα ταξιδια μου στις λιμνες σου

τα βραδυα

μου υποσχεσαι.

Φεγγαρι του ερωτα μου.

Φεγγαρι στο παταρι μου κλειστο

σε βγαζω τις αποκριες

φορεμενο μεσα στα χρωματα του καρναβαλιου

στης τρελας μας τα λογικα.

Σε κοβω φετες πανω στην πιτσα του καναπε

στον ερωτα αφεντικο σε χριζω,

ηλιο δε και συννεφο,

απαρνιεμαι.

Μονο τα αστερια καταριεμαι

που μεινανε πιστα του ουρανου.

Φεγγαρι του σπιτιου μου

ολογιομο

ολοκληρο τον μηνα

σε αγαπω.

Γυμνο κομμενο στο κρεββατι μη χλωμο να με καλεις να ερθω.

Ο δρομος

Το βραδυ ο δρομος και εγω τρεχουμε ολοι μαζι
να χαρουμε τη νιοτη, να προλαβουμε.

Μαυρος ο δρομος,
ονειρα τα ματια
οι προβολεις ασπονδοι φιλοι του εδω
στριμωχνουν το παρον στο αγνωστο
στα πλαινα του δρομου

ανοιγοντας το μελλον καθαρο

το γκαζι τερμα να πατω
της ζωης μου το μαυρο κρεας ομοια στα δυο να χωρισω.

Εκει στο ονειρο το αμαξι χωριστα θρηνω
τα ποδια του ερωτα μου.

Γοργο το φεγγαρακι, το χλωμο
χιμαει στα στενα μου
τον μακρυ δρομο που οδηγω χυμά για να κουρεψει.

Στενεψαν τα ορια μου ξαφνικα.
Τωρα πια τρεχω οκλαδον
κρυφτο το νεο μας παιχνιδι.

Κοιταζοντας εξω την πληγη
μαυρα εντομα μεγαλα
τρωνε απληστα
τις πικροδαφνες του δρομου μου.

Μια αμετοχη ματια
γυρευω
της πληγης το σωμα να επουλωσει

να τρεξει με σκοπο διπλο
αδιατρητο

οχι μια καποια εντολη του τραπεζιου
σημερινη.

Το τελος ενος
πεπερασμενου δρομου

οριζοντας τον χωρο μου
το πλατος μου και την τελικη ταχυτητα
(ολες πληγες του δρομου περιττες)

αδυνατει να κατασκηνωσει στων
κεδρων μου τη διπλανη σκια.

Εκει που τρεχω για να φτιαξω
μια ομορφη καλτ σκηνη
ταινια παραγωγης μου
οπου χωριζουμε οριστικα με την ασθενεια
την αγαπη μου την ατελεσφορη.

Αφορητη απωλεια

Αγνωστη.

Του ανθρωπου δεν του λειπει το σεξ αλλα η

διαρκως ειδικευομενη

ελευθερη πραξη της στιγμης.

Αφορητα.

Η αγαπημενη νοσηλευτρα

αποκλειστικη και της αισθητικοτητας

εκδιωγμενη απο μια γενικευμενη αρχη

ομοια αφορητης πραγματικοτητας

ξεπουλημενη απο τον νταβαντζη χαρακτηρα

αποδοχης και συμβιβασμου.

Στο διαγωνισμο ατομα κοινωνια

τα πρωτα

διαλείμματα χρονου

στερεψαν

και μετα επεστρεψαν

ανευτυχη αβια ζωντα

αναπληρωτες ζωης γραφειου

εποχιακοι

με σκοτωμενες επιθυμιες

πραξεις ζωτικες

αγεννητες ή ξεχασμενες .

Ευτυχισμενη φανταζει

η φυσικη καταπιεση

(ακομα και της “γενετησιας ορμης”)

που ακολουθει.


Κοιτας το αποτελεσμα.

Ατομα στα τυφλα

συνολα ανικανοποιητα.

Τα παντα αναποδα.

Η πραξη χηρα

σαν τσιχλα πολυμασημενη

με απολεσθεντα τον καλο της

στοιχισμενη σε οποιο αρεστο σκοπο

εκφραση αρκετα παραλογη βρισκει μονο στο σεξ.

Παρηγορια στον αρρωστο.


Το αλογο απαλλαγμενο απο τον φοβο και την ενοχη

σαν κοιτα το χερι του

το βλεπει να κινειται απο δυση προς βορρα.

Και τουμπαλιν.

Το σεξ για τα ζωντανα υπαρχει ευλογα

στη λογικη οργιαζει σταθερα

συχνα μονο στην τιβι

κριμα το παλιο κρασι

το μονο που επιτρεπεται να πιουμε οι μεθυσμενοι.

Ενα τραγουδι στην Κλειω

Της θαλασσας τα χρωματα εχω ακουμπησμενα

βαρια πανω στο παπλωμα της ακρογιαλιας.

Της αλμυρικιας τα χρωματα θα χτισω στο κεφαλι σου

για να σε βουτηξω μαλακα στη θαλασσα.

Τα κλαδια του δεντρου θα περιποιηθώ τυλιγοντας τις

κορφες με αμμο να μην κοβονται τα χερια σου στον

ουρανο.

Ετσι μου ειπες και εσυ.

Σε ειδα μεσα στα ματια μου.

Τι κανεις πες μου

μυριζω μονο κοπο και κουζινας φαγητα.

Γιατι μου πιανεις την καρδια.

Ασε με να σε ακουμπησω.

Ας ειναι ο πονος σου χροια

κλειω

το κολυμπι σου μικρου δελφινιου,

κυτταρο στο μυαλο μου.

Θα φτιαξουνε οι μερες μας

θα σου βρω τραπεζι

μπορει στην αγκαλια μου.

Να τραγουδας ψιθυριστα,

με τη γλυκια μεταλλικια φωνη,

ονειρα της νιοτης

της πλυστρας των ονειρων

του φλου τις ανησυχιες

να παιζουμε στο αρμονιο

μαζι βουνο τον ερωτα.

Μικρο παιδι γυμνο

μικρη καθηγητρια

με φοντο τα διηγηματα του πονου

και τις αγωνιες

που αφησες διπλα μου

να σκεφτω και να διαβω

αταξιδευτα

θα τα δεχτω ολα

αλλα αληθινα δικα μου

τιποτα αλλο δεν δεχομαι στο ονειρο

συντροφια μου.

Δικα σου μονο ψεματα .

Δαφνη

Μαρια

Ο ηλιος το φεγγαρι η θαλασσα

συναντησαν τη γραμμη και γινανε

πολλες

σαν τις κοκκινες καρδιες

που πολλαπλασιαζονται υπο τον βραχο

εκστασιασμενες στη βροχη των χρωματων

της σκιας εχθροι.

Ο ηλιος δεν ειναι πραγματικος,

ουτε καν εμπειρικος ρεαλισμος της αστραχαν,

πολη της δυτικης ανατολης,

παρα μονο οταν λουζεται και αυτος ετεροφωτισμενος

απο το ταιρι του τη γνωση την πυκνη

που χρονια πολλα εχει χαθει

και την ψαχνω αδικα για συντροφια ο καημενος.

Και η γη,

η γη δεν κρατα ζωη

την αντανακλα στο διαστημα

ο,τι προλαβει να σωθει

σχηματιζοντας μορφες μεσα στο κενο

το διαμεσο γεμιζει με ρωγμες.

Το μπλε

παλιος συντροφος

ζωγραφιζει κυκλους

απο τους οποιους δεν γλιτωσε ποτε κανεις

καρδια ψευτικος ηλιος γη στη μεση

να αποχωρουν σκυθρωποι

στο πρασινο χαλι του χρονου εγω

για απαντηση

αστεριες εκκολαπτω και ακροθαλασσιες

για να αγαπησω το ταιρι του ψευτικου ηλιου

που αδυνατει να χρωματισει το μπλε του ουρανου

και αδικα φεγγει

τωρα

ζητωντας συμπαρασταση της καρδιας

για να σωσει τον κοσμο μας

κατεπεσε στου συντροφου μας τα ποδια.

Παραλληλοι κοσμοι κυκλικοι με γωνιες

λιγοι και πολλες να τεμνονται στα ονειρα των λουλουδιων

ακολουθωντας τα ηχητικα βηματα

μιας γατας χαμενης στο χρονο.

Σαν βυθισμενη λιμνη στο υστερα

μας περιμενει να την ξανασυρουμε

η ξενη μορφη του ιδανικου κοσμου

των παιδικων μας ονειρων.

Σε αγαπουμε φλωρα

ακους.

Παγκοσμια αυτοκτονια

Αποψε.

Λυτρωση για την ανθρωπινη φυλη.

Που θα εκβαλει το ποταμι κινειται.

Η γη κοροιδευει.

Πολεμας με ιδεες εγω εχω στρατο να ξοδεψω.

Χιλιαδες ζωες εσυ εγω θα στυψω τα χωραφια σου.

Ποιος θα ειναι νικητης το σωμα το μυαλο ή η ψυχη.

Παγκοσμιος ανθρωπος ξυνει το κεφαλι

αθελα του.

Και εχει πολλες κεφαλες τρομερες

σαν της μεδουσας .

Μην λερωσει κανεναν, σκεφτεται.

Αληθεια φαινεται πως πονεσαν τα ποδια απο την σκεψη.

Και ολα να σημανουνε μαζι.

Ανασα μασχαλη πως βρωμουν

τις εχουμε αναγκη.

Ο παγκοσμιος πυροβολα.

Συνειδηση εχει αρκετη να το στρεψει στο βορρα.

Ερωτηση χαζη και απαντηση

χωριστα

εχουν μοιραστει

οι λυκοι να συναναστρεφονται τα

παιδια που κυνηγουν στα λιβαδια

λουλουδια.

Ρώτα αν σκοπευουν να τα φανε.

Γιατι κανεις δεν γνωριζει στο διηνεκες το τωρα.

Και το μετα απελπισμενο να κυνηγα τις καμερες

να το αποφυγουνε αδυνατον

στο λαβυρινθο των ασημαντων λαθων

των σουρεαλιστων σκηνοθετων

του παρελθοντος.

Ενα τραγουδι στη Δημητρα

Το φορεμα σου ακολουθω στα σκοτεινα

απο το 94 το πολυ μ’ εχεις ξαναγιατρεψει

στου πανεπιστημιου τα στενα

τις ωρες της γιορτης.

Και συναντω τα ματια σου.

Με βομβες φορεμενα.

Τα απειρα δικα τους

νουμερα.

Λαθη δικα μας λιγα αρκετα

μας προλαβαν.


Πως θα χαιρομουν στο 1 εκατομμυριο 7

νουμερο δικο μας και αυτο

σπιτι παιχνιδι κυνηγητο.

Τα απογευματα με νυχτικο

ντυμενοι ολοι ελαφρυ

με διψα

γνωση στη φωνη

μελη στη δροσια της νιοτης

θεατρα πολεμου το κυνηγι.


Φυσικη ακολουθια ηθοποιων

εμεις να περπαταμε

με τα ρουχα στα κεφαλια μας

για γυαλια να βλεπουμε.

Να χτυπαμε τα στηθη μας στο μπασκετ

ματια στομα – διαιτητης καλαθι

συμπαιχτες και εχθροι μαζι.


Αγαπημενη χρονια της πηγης

ακουμπισμενη

και της γης ξεκουραση κινηματογραφικη.

Δικης μας γης ξεκουραση καμενη.


Ακομα κι αν δεν σε αγγιξα

στα ονειρα σε διαβασα

ξανα

κι οταν σε βρηκα τι χαρα

η γατα κι ατυχια μου

βομβες και αεροπλανα

απεκτησαν για συντροφια

την ομορφη εικονα του ερωτα μου του απιθανου

μπροστα στα ματια μου

εσυ

να σε κοιμιζω για παντα θελω

συνταγη του μυαλου μου ακριβη.

Λυκος

Τα δοντια ακονισε.

Ποιος προσεξε πως. 

Ποιος θυμαται γιατι.

Πλησιαστε ποιητες κρυφτηκαν τα σκυλια.

Οι πορτες της ανοιχτης μας κοινωνιας,

οι ερμητικα κλειστες,

παγωσαν δηθεν φωναχτα βρυχωμενες τη θλιψη.

Και η αναπνοη σε αναμονη.

Ο χωρος ετοιμος απο καιρο

διπλωσε μεσα στη σκονη των βομβων

υποδεχομενος ποιητικα και αυτος 

το νεο μολυβι

που ξυστηκε ξεχωριστα 

και ζητα να γραψει το μελανι του στα μορια του επισημου χαρτιου μας.

Αυτα που τωρα ξαφνικα

συναθροισμενα επικινδυνα 

στην τουαλετα

του εργοστασιου θανατου

συνδικαλιζονται ομοψυχα

οι εχθροι

ζητωντας ισοτιμο διαλογο απο τα νεα κεντρικα

για να διεκδικησουν ξανα λευκο χαρτι

δικαιωμα της ασπρης τους καταγωγης

αυτης που αλλοτε χρησιμευε ως σημαια εγωισμου

ασπιλωτης αδιαλλαξιας και πυγμης

υψωμενη στα ομοια λευκα νοσοκομεια 

και χρηματιστηρια απαγωγης

ελευθεριας και επικυρωσης δικαιωματων

εκμεταλλευσης 

ανθρωπου.

Τωρα που η μαυρη εξ αντιθετου γης

σε καθε μικρη γωνια

ανοιξε την αγκαλια της

με χρωματα περιττα και με του ζωου τη βουλη

δηθεν συζητουν για την ασχημα πληγωμενη ομονοια.

Στεγνη αργα.

Υπηρξαν ευκαιριες

σπαταληθηκαν

τα μορια

διπλά

λευκα

κανοντας την πραγματικη ζωη πιο μαυρη

και να τωρα λυκος ορμα να φαει.

Αποριας αξιο μας το ειχαν πει.

Αποριας αξιο εγινε πιστα.

Αναζητειται λυση εξοδου λυκου πισω στην εξοχη

απο την στεπα μας στερουμε τα προβατα των δοντιων μας.

Μασκα χαριζουμε οποια θελεις να διαλεξεις.

Δεν ηρθε η ωρα του πηγαιμου στην μανα δουλα ιθακη ανατολη.

Ο χορος μας καλα εδω κρατει

πιστεψε μας λυκε

δεξου τη μασκα,

εχει ποτο για να μεθυσουμε και

αποψε.

Αγωνια ζωης

Μια αγνωστη μας τριγυρνα.

Αγωνια ζωης.

Θαμμενη στο σκοταδι το μονο αποδεδειγμενα υπαρκτο.

Σαν το ψυχρο αγερι.

Θυμα παραγνωρισης

κρυμμενη καλα στο δικο της πανταχου παρον υφαντο.

Οι λογιοι οπαδοι του αθληματος

θυμιζουν αστοχα αναποδα τριποντα.

Δεν της ταιριαζουν εξηγησεις

φαντεζι.

Καποιοι νεοι που κρυωσαν πολυ

την πλησιασαν ανεκτα

ως μπασκετα

ρωτωντας τι θα υπηρχε αν οχι αυτη.

Κρυμμενη καλα και μεσα στην αρνηση της.

Εμφανιζεται σποραδικα ως πνοη σε καποια ποιηματα

(βαρετα) ή σαν ηλιαχτιδα καποια πρωινα.

Συχναζει επισης στις φατσες των ζωντανων

ανθρωπων. Μωρων και εξυπνων.

Πιο πληρης απο πουθενα.

Μονο οταν μας παρατά μας ψελιζει το ονομα της δια

της απουσιας της.

Σαν παραδιδεται στο προγαμηλιο χορο με τον

παντοτινο της αγαπημενο χαρο.

Βαρεθηκαμε.

Αναρωτιεσαι αν ειναι φιλη και αν φυγεις αν κι αυτη επισης θα χαθει.

Εκμυστηρευτηκες πως θα ηθελες να την χαιδευεις για παντα καθως χανεται στο καθρεφτακι του αυτοκινητου σου.

Τα παιδια που την γνωρισανε καλα την φωναξαν

ξενη υπαρξη στο προσωπο της γατας

μια δαγκωνια μια βρισια ενα τρεξιμο μια αγκαλια

ενα τιποτα και ενα μετα μαζι.

Η αγνωστη ειναι η ζωη.

Μια υπαρξη αυταρχικα συνολικη.

Η δικη μας.

Στερηση εαυτου

Τοτε το σεξ εγινε ο μονος τροπος ελευθεριας και στερησης.

Ενας αιωνας χαθηκε στη διεκδικηση.

Καπου αποφασιστηκε πως η σωματικη ηδονη ενεργεια φυσικη μοναχικη μοιραστηκε απλοχερα κοινωνικη ανατροπη ενοχη κατα συρροη.

Ενω το ατομο φυλλορροεί.

Η απουσια δοθηκε στην ηδονη της ζωης

ενεργεια πληθυντικη.

Και σε δολοφονους μασκοφορους αυτοχειρες.

Ο ερωτας της πραξης σβησμενος

η πραξη παραδομενη στον χαρακτηρα

και αυτος μοιρασμενος στους αυθεντικους.

Μονη της και παραμελημενη η αταξικη τρελη ακοινωνητη φυση πωλειται στην τηλεοραση σε καψουλες καυτης σοκολατας που μασιεται στα καθημερινα καναπε

και καταπινεται αναλατη σε καποια κρεβατια, Κυριακες.

Μια κτηση ευχαριστησης καποτε κοινη αργοτερα παρανομη ιδιωτικη πλεον επισημη επιλογη στοιχειό της απορημενης δημοσιας σφαιρας,

χαιρεκακα να γελα απο τα ψηλα τα κατω.

Λιγοστο αλογο μυαλο,

κακοθρεμενο

βρισκει στενο περιθωριο υπαρξης στον λεπτο χρονο της ακατανομαστης αρχουσας πραξης.

Ολοκληρωστε μαζι με το θανατο, τελειωστε.

Αυτισμος 4

Ακριτη ανθρωπια στα σπλαχνα μας χαραζει

να βγει θελει στα συνορα

να ψαξει φιλους στα κενα.

Την οικογενεια σου εμαθες

εκεινους που σας εντυσαν μαζι.

Και σου μιλησαν για χλωμους

επιθετικους ινδιανους

επικινδυνους

που φυτρωνουν σαν τις τσουκνιδες

σε γειτονικες πατριδες εντος και εκτος μυαλου.

Απο τοτε και καθε πρωι στην πενα

ξεκινατε ομαδικα για να ψαρεψετε χλωρες

εχθρων κεφαλες στα ξενα.

Απωτερος σκοπος

να μη μυριστεις τιποτα ποτες

πραγματικα δικο σου ή δικο σας.

Ολα φτιαχτα χρωματα βαρετα σε σχηματα πιξελ αρτ.

Τι ζαλη αναρωτιεσαι παλι.

Ποιος και γιατι ευθυνεται γι’ αυτο το αγνωστο χαλι

δεν ακουσες ποτε.

Ισως γιατι ραγισε η αναγκη

γιατι στερεψε η φωνη

ισως γιατι το διαβασμα δεν ελειψε ποτε τη κυριακη

ακομα και σαν ητανε γιορτη.

Ισως γιατι σχόλη και χαρα δεν συνυπηρξαν πουθενα.

Ισως γιατι ντυθηκαμε ολοι παπαγαλοι

υπαλληλοι πιστοι

πολυχρωμα ζωα στο χακι

να μην τους πιανει ματι.

Ισως γιατι ολοι μεγαλωσαμε εκλογικευομενοι απο μικρα

ως μη γενομενοι ποτε κοτοπουλα τρελα

ωσοτου το πεθαμενο μας μισο μυαλο

αφησει το αλλο λογικο

και μπλοκαρει στους 13 μηνες

εξαιφνης.


Μην ανησυχεις ομως

αληθινα οσα μας ειπαν

θα δεις.

Σαν εφτασα στα συνορα

ειδα να κινουνται εξυπνα

αντικριστα γουρουνια

απο τη φωτια βγαλμενα θα λεγες

απειλητικα

ντυμενα αλλο χρωμα

φιλοι με αλλο ονομα

και ονειρα δικα τους

σωστα τα ειπαν εχθρικα

ιδια με τα δικα μας γραμμα προς γραμμα.

Οταν βρεθειτε

στη μεση και σεις

αποπτερωμενοι

απο το πολυ περπατημα

ολοι ομοια χλωμοι

με το συκωτι στο τηγανι

απο το φοβο

τη γλωσσα σας προσέχετε

μη τη φατε και αυτη.

(Οπως το προβληματικο παιδι που δεν του βγαινει λεξή

ή του φονια μπατσου που δεν θελει αλλο να μπλεξει.)

Μακρυα απο τη ζεστη του κοινου σπιτιου

αυτου που δεν χτιστηκε ποτε

φοβισμενη για τα καλα μπροστα στον επικειμενο χαμο

η καρδια θα κουβαλα μεσα σας βαθια

μια κρυα νεκρη σχεδον κοινη ελπιδα.

Νεκροι και εσεις ξεχωριστα

καρδιακο μεσα την ευφορια του πολεμου

μπορει να ενεργησετε βιαστικα

για να δωσετε στην ελπιδα σας ζωη

σαν νεο Λαζαρο

διαιτητης και επιθεση μαζι

μπαλαντερ

στον αγωνα με τους ινδιανους

φωναζοντας της ρυθμικα

“σηκω ελπιδα δυνατα”

συνθηματα αυτιστικα

50 τοις εκατο γηπεδικα

αλλα 50 φυτευτα.

Στην εδρα της τωρα η φωνη

με το μεγα πληθος στις εξεδρες της παλλομενο

καθετι μεταμορφωνει σε επιταγη.

Μεταλλο αυστηρο

καθως βαρα στη διαπασων

και τη σπασμενη σου καρδια για αλλαγη σε λιγο θα επιταξει

να δεις

αμεσα να ζεσταθει

να σπασει τα κεφαλια απ’ τα απεναντι παιδια

τα ομοια ξεχωριστα

με τα δικα μας φονικα σφυρια.


Παρομοια φονικια

μελαχρινη

με αυτην τη κοτζαμ γηπεδου

σεβαστη καθολα οχλοκρατεια

δεν ειναι ομως και η

πολλες φορες πιο ατομικη και

συχνοτερα χειροτερα αισχρη

η γλωσσα η φτηνη

ολου του συρφετου.

Σκουπιδια κοινα

ολα δικα μας

σκορπισμενοι συνανθρωποι

στης κοινωνιας τους επιγειους υπονομους

αυτοι που καποιοι λεμε αποβλητα.

Λιγα τα ορατα

λεκτικα διαμαντια του καθε τιμιου τρελου

μυριαδες θαμμενοι δυναμιτες

στα θεμελια του καθενος σπιτιου.

Να ξεκινησουμε ξανα απο του μπατσου φονια

που τωρα δεν μιλα

μετανιωμενος ναι ηταν

οταν γκαριζε στους δρομους σε παιδια

κυριοι δικαστας.

Οπως και του καθε λογης

αφώνου

κλεφτη δολοφονου

βιαστη

(παντος τυπου πριζας με επαφη

προστασιας σουκο γερμανικη)

σε υστερου μεσημεριου σειρα

που ψαρεψαν τα καναλια

στην πισω την αυλη

στα ορθια να ασελγει

στους καρπους της λεμονιας

μας

της κοινης

με το γειτονα

στον κηπο μοναχη

αποκλειστικα ερωμενη

αγια

καρπερη δυνητικα

χειμωνα καλοκαιρι.

Οπως και η τσιριχτη φωνη των καποτε γονεων

κανιβαλων

πιστων στις παραδοσεις

που δεν βρηκανε αλλη συκωταρια να φανε

μη σωσουνε

παρα την καλη τους στα δικαστηρια καρδια

ειτε λιγο πιο χαλαρα

γονεις που απο μικροι διαφυγαν των βαρετων σχολειων

ή καποιοι παλι που πετυχαν ομως οχι ομοια πολλα

(λεφτα καταξιωση ή λιγο φθονο απλα)

και τωρα λιβανιζουνε μαζι με τον παπα

ολοι μαζι

τα μικρα τους τα παιδια

και ο,τι βγει

ή οι αλλοι

οι πιο ισχνοι

αυτοι που απλα παντρευτηκαν βιαστικα

χωρις να μαθουν το γιατι

μα που ειπες ειναι παλι αποψε αγαπη τα παιδια.

(καρδουλες σε πολλα εισαγωγικα.)

Οπως και η γλωσσαρα η ερωτικη

των τεως νυν και αει

ισως παλι μαζι και συ

ζυγοκτονοι

φωνακλαδες

ολοι τολμηροι

που σκοτωνουν τον δυναστη του γραφειου

του καλουπιασμενου στη γωνια της σπασμενης νηνεμιας

στο σπιτι τους

καθημερινα

μεσα στη σιγουρια του επιπλου τους του διπλου

μα τωρα πλεον αδειου κρεβατιου.

Λιγα θα εχεις ακουσμενα για την

ακριβοθωρητη μαφιοζικη μιλια

των πλουσιων βρυκολακων

φιλοι των παραπανω αστυφυλακων

αθωοι παντα και παντου

καθως στα καναλια καθως στα αστερια του ουρανου

κατω απο τη στεγη του θεου

που οπου χρημα γυναικα και παιδι

δικη μας σιγοψιθυριζουν (ευκαιρια(ς)) γης πατρις.

Σμαραγδια και ρουμπινια θα σου χει φυλαγμενα

και η διεισδυτικη ποιητικη λαλια των καλλιτεχνων του

αριστα

που να τους μοιασουνε πολυ

ζητουν οι ιδιοι καλλιστα

οι απαιδευτοι μεγαλοι

και τα απειρα μικρα

ολοι του αγνου τους ερωτα

στο σωμα χαραγμενα

μελη ξεχωριστα απλα.

Ομως εξεχοντως ιδιαζουσα ειναι

η γλωσσα

η λόγια του δρομου

η τυροχτυπημενη

απο ερωτα του κοινοβουλιου

που κουρευει λογικες

ομορφες θανατου υπογραφες

λεπτοκομμενες

ξαναμοιρασμενες εκλεκτα

για να τυλιξουν προσεχτικα

σε εφημεριδες

κυβερνησεως

καθημερινες

(της κακης ωρας πρωι-πρωι)

σκουλ(αρ)ικιασμενα καστανα

για το(ν) εκλεκτο πρωινο (του(ς) λαο(υ)

ανεξαρτητου εκπομπης.

Οπως ομως και η ευηχη αναλατα λυρικη γλωσσα

των κακοπληρωμενων επαναστατων του αυτιου

μουσικοι

καθε μικρου-μεγαλου καναλιου

αντιστοιχου μεγεθους μικρο-αστοι

που διαλεγουν τη φασαρια του καναπε μας

του ερωτα μας τον απροσκλητο κλεφτη-εισβολεα

ασορτι

με την αγαπη που λειπει απο το καθε σπιτι

ξεχωριστα.

Διαφερει ομως αισθητα

η περιεργα τρελη γλωσσα

των παιδιων των δολοφονων

που με τη σειρα τους μαχαιρωνουν κι αυτα

τα θρανια τους

αλυπητα καταματα

στοχευμενα

παντα αστοχα

αρκουν μοναχα και νουμερα μονά

με ρυθμο ασκοπο

συνθηματικο.

Μαζι παντα διπλα τους και οι καθηγητες

παρανομοι λαθρεπιβατες της νιοτης

εραστες

λειτουργηματικοι της γλωσσας βιαστες

εις διπλουν

των παιδιων τη ζωσα αργκο τοσο οικτρα μισουν

που στα διαλειμματα

για αντιποινα

κατουρουν

θρησκευτικα νεα αρχαια ελληνικα

και καποιους συνηθως μικρους

σπανιως ιδιαιτερα μεγαλους αριθμους

(τους λενε δικαιους βαθμους)

στα βιβλια του υπουργειου

τα νεκρα.


Φυσικος και ηθικος αυτουργος

ολων των παραπανω δολοφονιων

ειπαν οι μελετημενοι ψυχολογοι δικαστες

ο παρατημενος διπλα εαυτος.

Εν τη απουσια του

θειου αυτου

των θελω τα ηνια

στον ακαλυπτο

ουρανο

γονιμο πεδιο του μυαλου μας

εκει που λαμβανονται οι ποιητικες αποφασεις

αναλαμβανει η κοινωνικη καταπιεση

και απο πισω κρυμμενος οποιος προλαβε και επενδυσε σοφα

για να μας συνοδευουν στης ζωης μας τα ερημα στενα

διακοσμώντας τα με σγουρες πιθανοτητες

της καθε γειτονιας σκιαχτρα

ινδιανος-λυκος

των παλιων ηρωων που στα παραμυθια

πρωτοσκοτωσαν την αρχιμασωνο τη γιαγια

που γυριζε μονη η αφελης στα χιονισμενα ζωη βουνα

τα εχθρικα

των ιδιων που παιζαμε κρυφτο παιδια στο ονειρο

κλεφτες πεταλουδες αστυνομοι γοριλες

κυνηγητο

και μετα μπαλα και αγκαλια.

Ο λυκος και ο ινδιανος

συμβολα

ταμπου

μονο κοκκαλα

εχθροι καποτε του χωριου

μεταμορφωμενοι σε πρεσβεις των δυναστών μας

τοποτηρητες της αυτοβουλης καταπιεσης

αυτοχθονες και οι δυο του φαντασιακου

διαλεχτοι καλεσμενοι της γλωσσας.

Ο λυκος

γκριζος κοινωνικος επισκεπτης του μυαλου μας

οδηγητης

οριζει τη ζωη μας αβουλα με δικες μας ενεργειες προκαθορισμενες.

Ελπιζω μη με παρερμηνευσεις.

Οχι πως αν τον εαυτο σου βρεις ετσι ευκολα θα ξεμπερδεψεις (στο λεπτο)

Μπορει ακομα περισσοτερο τους υπολοιπους να μπλεξεις (οπως σε μπερδεψα και γω)

με τη ξεχωριστη σου απιθανα αυτονομη λογικη.


Λιγο αν περιμενεις τον πραγματικο ενοχο θα βρεις

πρεπει ομως να μαθεις τη μυστικη του συνταγη

γιατι αλλαζει σχημα και θεση στη στιγμη

(προβαλλεται συχνα και στη τιβι)

Τα ακριβα του ρουχα πρετ α ποτρετ αυθεντικα

στο καμμα του ηλιου γυαλιζουν μοναδικα

αγορασμενα με τον ιδρωτα των πολλων

μαρκα διαλεχτη λουι ξυλο σκαμα και μπετον.


Ολοκληρωτικο οπλο επιθεσης αυτου

του μοντερνου αθλίου της εξουσιας

συγχρονου δυτικου κυριως

γενικα πλουσίου δολοφονου

ακριβειας

πυρηνικο

ταιριαστο της συγχρονης του (παρα)λογου κοινωνιας

η γρια γλωσσα πορνη

πολυτελειας

με εμβελεια και απηχηση καποτε μεγαλη

κολλητή επιρρεπης

κορη μανα και αδερφη μαζι

της φανταστικης αλάνθαστης ανθρωπινης λογικης

που σημερα κακοπεσε και παλι

κι αυτη η πρωτη κυρα

σεσημασμενη

(παιδο)φιλη

των επιστημων

γνώστης των αρχων

ολων των ιδιαζοντως ειδεχθων κακουργηματων

κρυφων και καθημερινων

οπλο δευτερης αμυνας φυσικο απλο

ομορφη σαν το πουλι στην αγρια φυση

μα και χαριτωμενα εξυπνη οταν η ιδια το θελησει

ολονων την πορτα καποτε θα χτυπησει

ανιδιοτελως για ν’ αγαπησει

ν’ αγαπηθει

και τους αλλους να γαμησει.

Προσωπικα εμενα οι δυο αδερφες στριμωξανε στενα,

δεν προλαβα να κρυφτω, τις φιλησα, κρυφτειτε

μακρυα.


Χρονε ατροπε

κουστουμαρισμενε δολοφονε

κουρεα καθε εποχης.

Κορη μονακριβη εχεις τη λογικη

και αυτη καιρο τωρα τη χαρισες

σε εκεινους που σε πηγαινουν διακοπες

οπου διαλεγουν

στα τυφλα

να κουτουλας να μην τσουλας

τον κοσμο να μην αλλαζεις.

Στεγνη μιλια

ενοχη

απομακρυσμενη απο την πηγη

την κρυφη αστειρευτη και μαγικη

που τροφοδοτουσε καποτε εκεινο το αρχαιο τωρα

με δροσερα συμβολα χαρας.

Κηροπλαστικη τεχνη

συγχρονη αρχεγονη

του μυαλου

ομορφα ταραγμενη

και προ καιρου ταγμενη

σε αγοραστη γνωστο

πουλημενη φτηνα

κοινως

κατασκευαζεις σιδερογροθιες

με αγνα πρωτα υλικα

πλαστελινη

απο βιολογικα μεγαλωμενο μυαλο παιδιων

και λιγο παλι μυελο

οστων

απιονισμενο

για να σιδερωσεις σε οπαδικες νορμες

καθε θετικα αυτονομο τσαλακωμα

στη μοναδικα επιπεδη μας κοινωνια

αγνη δικαιη ανοιχτη

του κάκου

καμαρι της στρογγυλης

οπως λεει η συγχρονη επιστημη

γης.

Ολα τα παραπανω σημειωμενα

καποτε μακαρια αρνησια παιδακια

νεογνα

χελωνακια

μοναχους μοναχους

σε απομακρυσμενη ακρογιαλια

ή στα βουνα

αν τη βγαλουν καθαρη

και ξεπεσουν ή θριαμβευσουν στην ονειρο τιβι

καποια μερα αργοτερα μπορει

για τρεις και εξηντα

δυο και τρεις μαζι

κανεις ποτε ολα μονος δηλαδη

να δουλεψουνε

τη βιταμινη C σχολαστικα

στα πορτοκαλιά τα ακουκουτσωτα

μανταρινια και καθε λογης λαχανικα

σκληρα και ανισορροπα φρουτα εποχης και μη

αφεντικα

τα ηρεμα γλυκα και υγιη

(τροπος του λεγειν δηλαδη)

να ζησουν αυτα καλα

και τελος.

Εκει στο ονειρο πραγματικα

(παιδια)

πετουν αναποδα

βουβα

για να προστατευτουν

απο το παρελθον

στο μελλον

(τα ελευθερα πουλια).

Καινουργιος χρονος το 22

Καινουργιος χρονος το 22

Κοιταξε τα αστερια μα το ετος μας χαθηκε.

Βυθιστηκε μεσα στη βουη του πληθους.

Που χαθηκε και αυτο υπο το βλεμμα των πολλων μεσα στις ψυχες των λιγων.

Γρηγορα ετρεξε μεσα στο στενο ημερολογιακο δρομο.

Δεν σταματησε εκει που το περιμενα.

Μονο περασε σαν το κρυωμα ελαφρυ που δεν αφηνει πισω ουτε αγαπη ουτε πληγη.

Χανοντας τη ψυχη στο δρομο εφτασα ακαλεστος σε ενα ετος αγνωστου γνωστου ανθρωπου.

Το 20 το 21 κλωτσησα και εμεινε κουτσο.

Το 21 το 22 μισησα και δεν ηρθε ποτε.

Ξενο ετος που ποτε δεν μας εφτασες

βρεθηκαμε.

Μερες κενες ανατασης

Καποτε χρωματιζα τη σκεψη μου και αυτη με προσπερνουσε.

Τωρα την περιμενω στη γωνια

αδικα την προσκαλω

αρνειται καθε δικο μου σημα.

Αναρωτιεμαι τι της εκανα.

Αχρηστη πληροφορια με ειχε πει.

Καποτε.


Το παρελθον στο τωρα χανεται

εκει ειναι ριζωμενο παντα.

Εδω.


Ας αλλαζουν οι νοτες μας

τα σηματα τα ιδια παραμενουν.

Κωδικες ταιριαστοι

αλοφρονες

σαν μεθυσμενο μπασο

την πιστη σαγηνευουν.

Κοιτα.


Συνεπεια και λογος χρονια χωρισμενοι.

Καινουργια πνοη μας περιμενει.

Ξερω που βρισκεται.

Την θελω και με θελει.

Να αγκαλιαστουμε.

Ακου.


Δωσε μου χροια για να σε ξεπερασω

μου λες στο αυτι μου εαυτε και εγω σε περιμενω.

Ξυπνα.