Στο μυκονακι*
είπα νερό
Και έπεσα στον ουρανό.
–
Κατεβηκα τις σκάλες όρθιος και κοσμο
γνωρισα
Μιλώντας μόνο για εμένανε,
χαζε,
που δεν μιλάς καθόλου.
–
Υπεύθυνους ανθρώπους
άνθρωπους*
[ εκεινους με τα φρουτα ]
–
οπως τo Ρε μες στο νεΡο
Τον ουρανο.
[ στη σκαφη ]
–
Μια ομορφη γυναικα διπλα μου
[ το χερι της που κρεμεται ]
Τον δρακο μου να πνιγεται
στην πολη φαντασμα
Το βερολινο μεσα μου
μισοκατοικημενο
–
Και το υπόλοιπο εγώ
σε σάς παρατημένο.
Εκεί που σκουπίζετε τα ποδια
Πριν μπείτε σπιτι
–
Αιώνιο το πνευμα
Φυλακη.
–
Περπάτησα το στερεο
Απλως μου σέρνει τη πνοή
Σταθερή
σαν τον επόμενο σταθμο.
Η θαλασσα μυριζει φαγητο
Και στη στεριά τι μένει.
–
[ τα καμενα ]
(χερσαια ζωα και φυτα)
Πνιγώ καιρό στη μουσική*
[ τοσο καημο στον κάβο ]
Περιμένοντας ένα λιμάνι να μου ρθει
–
Και τον καιρό κοιτω αντί Λουλούδια,
που περναν
Πως Χαίρονται οι μέρες μόνες τους
Και απλώς τις ακολουθώ με
Λέξεις
–
Τα λουλουδια
ειτε με γιωτα ειτε με αλφα γιωτα
πνιγονται
και παθαινουν εγκεφαλικο.
–
3 επαναληψεις,
Τυχαιοτητα σε καθε περιπτωση,
και δεκαδικα ψηφια,
καθε λεπτο,
μονο μετραει μοναχό.
*ηταν ενα δρακος πολυ-πολυ μεγαλος / ηρθε και μας βρηκε στην ακροθαλασσια. / ειχε μια κοιλουμπα και ουρα μεγαλη / τσουληθρα για να κανουμε ολα τα παιδια (Δ+Ν).