Μες στο σκοταδι
η μουσική
δεν κατεβαινει
νεκροι ιπποτες
το ενα χερι χτυπα το αλλο
γραμματα και γω
πατω
—
το οποιο ποιημα
που μεγαλωνει την αποσταση
οταν μικραινει ακολουθω τυχαιες
τεθλασμενες για να διαφυγω
οπως το πνευμα
σενα πηνιο
–
και μεσα στο βραδυ
οπως τα γραφω
δεν τα εμπεδωνω
αγανακτω
–
και η μουσική
συνεχιζει
μεσα στο βραδυ
–
κοιταω τη ραχη του ουρανου
σκετο σκοταδι και χιλια φυλλα
στον ουρανο μου
ειχε γερακια
ε-τυχε να μαι
και γω
στραβος
—
οπως το πανω
να ενα δεντρο
που ανασαινει τον καιρο
μερα τη μερα
χτυπα το πληθος
τοσα τζιτζικια
κι
ο ουρανος –
μετα κορακια
–
κι
ο-αποκατω
α-οχαζος
ο α-νθρω-
πακος μες στο σκοταδι
το καθε βραδυ
κοιτω και γω
–
χιλιαδες βομβες
στον ποταμο
πεφτουν στη πολη
πετρες στο ρεμα
νικα ο ηλιος
σκετες οι λεξεις
τις δαπανω
–
δε μενει μια
να μου το πει
πως σταματω
–
σκετο καιρο
“το δαπανω”
πληγμα
και δογμα
μεγα κακο.